«Η Γραμμή του Χρωστήρα: Ένα ταξίδι αυτογνωσίας και τέχνης μέσα από τη ματιά και τον λόγο»

Η γραμμή του χρωστήρα του Ευάγγελου Ευαγγελάτου
Γράφει η Σοφία Αράβου-Παπαδάτου
Να λοιπόν που για άλλη μια φορά, μεγάλη μου τιμή, διαβάζω το δεύτερο έργο του αγαπητού μου φίλου, πριν ακόμα εκδοθεί. Γράφω τη γνώμη μου, αποφεύγοντας, ελπίζω, υποκειμενικά στοιχεία φιλίας, συν-καλλιτεχνίας που κι εγώ υπηρετώ, χωρίς συντροφική αλληλεγγύη λόγω της κοινής μας πορείας στην Ανοικτή Καλλιτεχνική Τριλογία Κεφαλονιάς, μαζί με την επίσης αγαπητή μας, Τζόγια Καππάτου.
«Η Γραμμή του Χρωστήρα» όμως, από μόνη της δεν αφήνει τέτοια περιθώρια. Είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας μέσα από την Τέχνη, τόσο του ίδιου του καλλιτέχνη, όσο και του θεατή, φιλότεχνου ή μη. Είναι μια εξωλεκτική – υπερβατική και μεταφυσική- εμπειρία, αυτό το «δεν ξέρω τι μου συμβαίνει» «γιατί μου αρέσει αυτός ο πίνακας και όχι ο διπλανός π.χ.». Αυτό το ανερμήνευτο -inexplicable- που νοιώθουμε, πέρα από την αισθητική απόλαυση, θαυμάζοντας ένα έργο τέχνης που μας τραβάει το βλέμμα.
Ο ήρωας του βιβλίου, ο Σπύρος, από παιδί έχει διαφορετικά ενδιαφέροντα από τους συνομηλίκους του. Έλκεται από τις εικόνες, συλλέγει ταμπελίτσες από σοκολάτες και άλλα προϊόντα, για να φτιάξει το δικό του πέτρινο μουσείο σε κρυμμένες εσοχές της πέτρας. Για να ζωγραφίσει δικές του εικόνες, εμπνεόμενος από μια πιτιά - στομάχι ζώου που κρέμεται στο παντοπωλείο και πήζει το τυρί - από μια κασέλα που αρμενίζει ελεύθερη στη θάλασσα. Η Φαντασία και η Δεξιότητα είναι παρούσες, όπως ορίζει το πρώτο (1ο) από τα έξι (6) παραδείγματα της απόλαυσης η Λακανική Ψυχανάλυση. «Δεν ανιχνεύει τραύματα η Τέχνη» μας λέει ο Σπύρος, όπως η Ψυχανάλυση. Αποκαλύπτει βιώματα που ζήσαμε ή θέλαμε να ζήσουμε και δεν το καταφέραμε. Αυτά βλέπουμε να αναβιώνουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, μέσα σε έναν πίνακα. Ό,τι μας αρέσει μας «μιλάει» «είναι κάλεσμα στη συνειδητοποίηση», είναι πραγματική καλλιέργεια και Παιδεία.
Ο Σπύρος φεύγει από το μοναστήρι των Φραγισκανών που είχε ενταχθεί. Εγκαταλείπει το δεύτερο (2ο) παράδειγμα απόλαυσης του Ζ.Λακάν, το Συμβολικό χωρίς όμως να το εγκαταλείψει ουσιαστικά ποτέ. Σπουδάζει Αγιογραφία, δεν πετάει τίποτα στην πολυσυλλεκτική του πορεία. Τα αφηρημένα γυμνά που ζωγραφίζει μαζί με την εκκλησιαστική απεικόνιση, είναι ο Άνθρωπος ολόκληρος, η ύλη και το πνεύμα του ανθρώπου. Η Φλόρα της Τέχνης, η μεταφορική χλωρίδα και βιοποικιλότητα, που την κάνει να ανθίζει. Οι μονοκαλλιέργειες και οι μονοσημαντότητες δεν έχουν θέση στα Αποφθέγματα που μας χαρίζει - μαργαριτάρια στο πολύτιμο «κολιέ ζωής» που αποκομίζεις διαβάζοντας αυτό το βιβλίο - γραμμένα στο τέλος κάθε κεφαλαίου…
Στο τρίτο παράδειγμα το Πραγματικό, ο Σπύρος ομολογεί τη φωτιά της έμπνευσης που βίωσε, που όμως δεν τον έκαψε, μόνο τον σμίλεψε, για να βγει αλώβητος, ένας αληθινός εγγενής καλλιτέχνης. Όχι όμως με τα κοσμικά εχέγγυα και τα διαπιστευτήρια - τα πτυχία - της κοινωνίας των σπουδαγμένων. Αμφισβητήσεις, ειρωνείες από κάποιους «κοσμικούς παντογνώστες» με το υπερφίαλο σύνδρομο Μοργκάνα, τον δυναμώνουν, αλλά και τον πληγώνουν… το απωθημένο είναι εκεί, τον κυνηγάει…
Μήπως αυτό το βιβλίο «Η Γραμμή του Χρωστήρα» πρέπει να διδάσκεται στους επίσημους καλλιτέχνες, στην αρχή της ακαδημαϊκής τους φοίτησης, μήπως κατανοήσουν πράγματα που θα τους πάρει μια ζωή για να τα φτάσουν παράλληλα με την Τέχνη τους;
Το τέταρτο (4ο) Λακανικό παράδειγμα, η Τεμαχισμένη Απόλαυση- ταξίδια, πολιτισμός, βιβλία, μουσική, η τέχνη του δρόμου, η γλυπτική που θαυμάζει - μαζί με τη ζωγραφική, τον κρατούν ζωντανό, μέσα σε μια κοινωνία που αδιαφορεί και κρίνει συνέχεια χωρίς και να γνωρίζει αντίστοιχα… εκείνος εντέλει σκέφτεται να γράψει… είναι το πέμπτο (5ο) παράδειγμα η Ρηματική Απόλαυση.
Μετά τις περιηγήσεις του στα μουσεία του Λονδίνου, όπου ο Σπύρος συνομιλεί με τους «πατριώτες του» - τα γλυπτά του Παρθενώνα και όχι μια φορά, όπως αρμόζει σε κοντινούς συγγενείς – μετά την Αφροδίτη της Μήλου και τη Νίκη της Σαμοθράκης - βρίσκεται στο Παρίσι του Λούβρου, του Πομπούρ, της Μονμάρτης….
Η Γαλλίδα Βιβιάν, βιβλιοπώλης σπάνιων εκδόσεων δίπλα στο Σηκουάνα, μέσα από απρόσμενες συγκυρίες και νεανικές συνδέσεις με την Ελλάδα, έρχεται στη ζωή του, ως ώριμη συνοδοιπόρος. Όχι πια ατέλειες της νιότης, με σχέσεις εξάρτησης ή εκβιαστικής δέσμευσης. Απλή αποδοχή, κατανόηση και αμοιβαία ακρόαση. Τον ακούει και την ακούει, επικοινωνούν με το βλέμμα, με ένα άγγιγμα, μέσα από τις σιωπές. Μοιάζει η ιδανική σχέση. Μαζί επισκέπτονται τα μουσεία στο Παρίσι, στη Μαδρίτη, στο Τολέδο για να «συνομιλήσουν» όχι απλά να δουν, τους εξπρεσιονιστές, σουρεαλιστές, fob, Dada-όπως και ο Σπύρος δηλώνει ντανταϊστής εξ αρχής….. το απωθημένο όμως είναι εκεί…. τον κυνηγάει….
Ανεβαίνοντας στον πύργο του Άιφελ, μήπως αναδύεται και δεύτερο απωθημένο; Η αγάπη του για τα μέταλλα ως προσπάθεια σπουδών… στην αρχή.…… ίσως!
Αυτός ο Dada- της Τέχνης του άχρηστου και την ίδια στιγμή αγιογράφος - μας εκπλήσσει για άλλη μια φορά - υπερασπίζεται την Αφηρημένη Τέχνη, ως ΜΟΡΦΟΓΡΑΜΜΗ. Δικός του ο νεολογισμός. Η Αφηρημένη Τέχνη δεν είναι άμορφη μας λέει… και μας χαρίζει τη Μορφογραμμή για να πιαστούμε….. Τι είναι αυτό; Θα το διαβάσουμε για να σωθούμε…..
Μήπως εδώ έχουμε ένα άτομο supposé savoir?- που υποτίθεται ότι γνωρίζει; Έναν ώριμο ψυχαναλυτή, αλλά μέσω της Τέχνης που μας μιλάει και ερμηνεύεται; Έναν εξομολογητή πιθανόν; Ας μην κάνουμε όμως ban nong - τους ειδικούς μπροστά στους επαΪοντες- όπως μας λέει και ο ήρωας του βιβλίου!
Η Θεωρητική Ψυχανάλυση όμως που χρησιμοποιείται στη Θεωρία Κινηματογράφου, ίσως χρειαστεί στον συγγραφέα μας, αφού μας χαρίζει και ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ- στο τέλος του βιβλίου! Πρόκειται για την επιστροφή στην κοινωνία… που ποτέ δεν έχει εγκαταλείψει με τη δράση και την τέχνη του…. η βία ενάντια στη γυναίκα, η αξιοπρέπεια στη χρόνια ασθένεια, οι εκπατρισθέντες μετανάστες των πολέμων, η υπερ-δόμηση, ο υπερ-τουρισμός, η καταστροφή της φύσης… οι φίλοι που δεν πουλιούνται….όλα μιλάνε στα έργα του.
Το έκτο όμως (6ο) Παράδειγμα της Απόλαυσης- το Ρεαλιστικό- φαίνεται θα μιλήσει άλλη γλώσσα, ίσως τη γλώσσα που καταλαβαίνουν οι περισσότερο και όχι μόνο οι ήδη μυημένοι.
Η Σχολή των Αθηνών, των Ελλήνων Φιλοσόφων, μετατρέπεται σε Σχολή Dior από τον συγγραφέα μας, όπου οι φιλόσοφοι, σε catwalk-πασαρέλα- φορούν ως ενδύματα τις Ιδέες τους! Επινοεί για να μας μυήσει στο αόρατο και όχι μόνο στην εικόνα. Θέλει να καθρεφτίσει το Φεγγάρι μέσα σε μια λεκάνη νερό, να χωρέσει το Σύμπαν στο μυαλό μας, για να τελειώσω όπως εκείνος αρχίζει το βιβλίο του. «’Όταν ο καμβάς δε χωράει την εποχή, τότε πρέπει να χωρέσει όλους τους ανθρώπους».
Βαγγέλη Ευαγγελάτε, μας τα είπες όλα, τα έχεις δει όλα! Καλή Επιτυχία φίλε μου!
Απάντηση στον λόγο της Σοφίας Αράβου - Παπαδάτου για τη «Γραμμή του Χρωστήρα»
Αγαπητή Σοφία,
Διάβασα τη μαρτυρία σου – γιατί ως τέτοια τη βιώνω – και συγκινήθηκα.
Όχι μόνο για την ευγένεια του βλέμματός σου ή για τη γενναιόδωρη φιλία σου, αλλά κυρίως γιατί ένιωσα ότι κάποιος πραγματικά μπήκε μέσα στο έργο. Διάβηκε τις πόρτες του, κάθισε στις γωνιές του, αφουγκράστηκε τις σιωπές του.
Οι συνδέσεις που κάνεις με τον Λακάν, η αναφορά στα έξι παραδείγματα της απόλαυσης, η μετατροπή της «Αφηρημένης Τέχνης» σε «Μορφογραμμή», η αναγωγή του Σπύρου σε supposé savoir, όλα αυτά δεν είναι απλώς θεωρητικά σχήματα· είναι χειρονομίες κατανόησης, ακριβείς και ανατρεπτικές, όπως άλλωστε αρμόζει σ’ έναν «Dada-αγιογράφο».
Αν κάποτε αναρωτήθηκα «γιατί γράφω» ή «ποιος θα καταλάβει αυτά που μ’ έκαναν να νιώσω», η ανάγνωσή σου δίνει, έστω και προσωρινά, την πιο ουσιαστική απάντηση:
«Για να υπάρξει ένας αναγνώστης που δεν βιάζεται. Που συνομιλεί. Που ακούει με μάτια ανοιχτά.»
Σου είμαι ευγνώμων.
Η πορεία μας στην Ανοικτή Καλλιτεχνική Τριλογία έχει αφήσει κοινούς παλμούς, μα η κριτική σου αποδεικνύει πως ο διάλογος δεν είναι αναμνηστικός – είναι ενεργός.
Με εκτίμηση, συγκίνηση και ειλικρινή ευχαριστία,
Βαγγέλης Ευαγγελάτος