Οι θύμησες της Νιόβης Καμπίτση για την Πρωτοχρονιά και τα Φωτά - Έθιμα και λαϊκές δοξασίες που χάνονται
Στον Inkefalonia 89,2 στην εκπομπή «Μέρα Μεσημέρι» με την δημοσιογράφο Ελευθερία Κουλουριώτου, μίλησε η κ. Νιόβη-Φωτεινάτου-Καμπίτση, συγγραφέας του βιβλίου «Κεφαλονίτικες Ρετσέτες», για τις γλυκές, νοσταλγικές στιγμές του παρελθόντος από την παραμονή και την Πρωτοχρονιά.
« Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία –κρατάει κρίθινο ψωμί και μια χεριά ραπάνια.. αυτά τα κάλαντα τα είχε γράψει ο μεγάλος Λουκάτος (Λαογράφος)» μας εξηγεί η κ. Νιόβη , περνώντας το μήνυμα της μνημοσύνης.
(Σύμφωνα με τις καταγραφές, τότε η διατροφή βασιζόταν σε παραδοσιακά εδέσματα της εποχής, με έμφαση σε τοπικά προϊόντα και εδέσματα που συμβόλιζαν την ευημερία, ενώ δεν έλειπαν τα μπαχαρικά και τα μυρωδικά.)
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ευχόντουσαν και εύχονται οι Κεφαλονίτες καλή αποκοπή , και όπως ενημερώνεται εσαεί η κ Νιόβη, μία εβδομάδα πριν την παραμονή εύχονται καλή αποκοπή (Η λέξη «αποκοπή» υποδηλώνει την αποδέσμευση, τον αποχωρισμό από τα βάρη και τις μνήμες του χρόνου που τελειώνει. Αντανακλά την ανθρώπινη επιθυμία να κλείσει ένας κύκλος, να «αποκοπεί» από την κόπωση, τον πόνο και τις απογοητεύσεις που μπορεί να συσσώρευσε η χρονιά που πέρασε. Είναι μια ευχή που εμπεριέχει την ελπίδα για νέα αρχή, καθαρή από τις αποτυχίες και τα βάρη του παρελθόντος, σαν να ξεκινάμε από το μηδέν.
Αυτή η φιλοσοφία μοιάζει με τη ζωή του Σίσυφου, που ανεβαίνει το βουνό κουβαλώντας τον βράχο του, μόνο και μόνο για να δει τον κόπο του να αναιρείται. Κάθε νέα χρονιά φέρνει μαζί της τον ίδιο αγώνα, την ίδια προσπάθεια να φτάσουμε στην κορυφή. Η «αποκοπή» σηματοδοτεί τη στιγμή που αφήνουμε κάτω το βάρος μας, έστω προσωρινά, για να πάρουμε μια ανάσα πριν ξεκινήσουμε ξανά).
Η «καρδιά» της γιορτής χτυπούσε στους δρόμους όπως μας αφηγείται η κ. Νιόβη.
«Παραμονή της Πρωτοχρονιάς γινότανε τότε το μεγαλύτερο γλέντι στο Αργοστόλι. Από το πρωί ήταν στα στέκια τους όλοι οι μικροπωλητές με το παστέλι του Αγίου Βασιλιού , το οποίο ήτανε γαρνιρισμένο με μάντολες και κουφέτα και τα οποία έγραφαν τα χρόνια πολλά. Σήμερα δεν το βλέπουμε, όλοι αυτοί οι μικροπωλητές δεν υπάρχουν πια.
Στα καντούνια τα παιδιά με τα τρίγωνα τραγουδούσαν σε μαγαζιά και σπίτια τα κάλαντα και με την ασκινοκάρα στο χέρι ευχόντουσαν «καλή αποκοπή και του χρόνου». Αλλά και οι παρέες μεγάλων και καλλίφωνων ανθρώπων της πιάτσας, γύριζαν με κιθάρες και ακορντεόν και τραγουδούσαν μελωδικά τα γνήσια Κεφαλονίτικα κάλαντα».
Το μεγαλύτερο γλέντι το επιφύλασσε το βράδυ της παραμονής του Αγίου Βασιλείου, όπου το Λιθόστρωτο ήτανε στις δόξες του.
«Από το πρωί είχαν πιάσει τα πόστα τους τύποι του Αργοστολιού με ψεκαστήρες με γνήσιες κολόνιες από τα φαρμακεία.
Αυτό το έθιμο έχει αρχίσει να χάνεται.
Το αναβιώνει ο Δήμος και μοιράζει κολόνια, αλλά τότε παίρνανε τις κολόνιες από τα φαρμακεία γνήσιες.
(Το έθιμο έχει τις ρίζες του στην περίοδο της Ενετοκρατίας σε Κέρκυρα και Κεφαλονιά . Στην αρχή (πριν από τον 20ο αιώνα) χρησιμοποιούνταν κυρίως χρωματιστά χαρτάκια (κομφετί) και η «μάχη» γινόταν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, με την κολόνια να αντικαθιστά σταδιακά το κομφετί. Είναι μια ζωντανή παράδοση που σκορπά χαρά και ευωδιαστές ευχές για τη νέα χρονιά)
Γιορτάζαμε με τον δικό μας μοναδικό Κεφαλονίτικο τρόπο, και γινόμασταν μούσκεμα, ξεκινούσε όλη αυτή η ιστορία από τις 5 το απόγευμα μέχρι αργά το βράδυ και μετά έφευγε ο κόσμος και πηγαίνανε στα σπίτια για το πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν.
Κάνανε ρεβεγιόν τα περισσότερα σπίτια και μετά από το φαγητό έπαιζαν και κάποια τυχερά παιχνίδια, κάτι που υπάρχει μέχρι σήμερα. Υπήρχαν διάφορα τυχερά παιχνίδια, αλλά περισσότερο ήταν ο τζόγος για το καλό».
Για το Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι όλα τα σπίτια είχαν κάνει τις προετοιμασίες τους όπως και τα Χριστούγεννα . Τα φαγητά και τα γλυκά σχεδόν ήταν τα ίδια, αλλά οι περισσότεροι είχαν έναν κόκορα αλανιάρη.
«Μας τον στέλνανε από το χωριό και τον είχαμε δύο-τρεις μέρες και το ταΐζαμε και ύστερα τον σφάζαμε. Ο κόκορας ήτανε πάρα πολύ τραχύς και τον βράζαμε και φτιάχναμε από το ζουμί του σούπα αυγολέμονο και μετά τον βάζανε στο ταψί με μικρές πατάτες τις νιές, της νέας σοδειάς. Το τραπέζι ήταν πάντα στρωμένο με όλα τα καλούδια και ειδικά ανήμερα η αι από την παραμονή το τραπέζι ήταν γεμάτο από ξηρούς καρπούς, συκάδια, μαντολάτο , στραγάλια τα οποία ήτανε ζεστά ζεστά από το μαγαζί του Δημήτρη του Απέργη, ο οποίος είχε τα καλύτερα στραγάλια εκείνα τα χρόνια, σήμερα είναι όλα συσκευασμένα . Κομφέτο που είχε φτιάξει η νοικοκυρά μόνη της η είχε αγοράσει από τα ζαχαροπλαστεία και πάρα πολλά άλλα , σταφίδα τσιμπίμπο-σουλτανίνα-. Για την ημέρα της Πρωτοχρονιάς , απο την προηγούμενη μέρα οι νοικοκυρές είχαν φτιάξει την βασιλόπιτα, που ήταν ένα απλό κέικ που το γαρνίριζαν με ασπρισμένα αμύγδαλα και έγραφαν τον χρόνο που ερχόταν η χρόνια πολλά. Για το μεσημεριανό τραπέζι ήταν η αγιοβασιλίτσα , ένα είδος ψωμιού όπως το Χριστόψωμο με διάφορα σχέδια και ένα καρύδι στην μέση, με γλυκάνισο και σουσάμι . Στο Αργοστόλι δεν φτιάχνανε οι νοικοκυρές ψωμί για εκείνη την ημέρα, στα χωριά ίσως γινότανε κάτι τέτοιο».
Τα κάλαντα ψάλλονταν την παραμονή από το πρωί μέχρι το βράδυ από μικρούς και μεγάλους.
Ακουγόταν το «με τρία γράμματα χρυσά γράφεται τα όνομα σου αγαπητέ Γεράσιμε» και πηγαίνανε το βράδυ αργά στα σπίτια και χτυπούσανε όλοι αυτοί οι καλλίφωνοι με τις κιθάρες και τα ακορντεόν.
Κατεβαίνανε οι νοικοκυρές την σκάλα, να δώσουνε τον μπουναμά και να τους τρατάρουν παστέλι , μαντολάτο, συκάδια και τσιπουρίτι μες τα μπικιρίνια και να πουν τα χρόνια πολλά.
Εκείνα τα χρόνια τα αξέχαστα τα ωραία, υπολόγιζαν πολύ το ποδαρικό οι νοικοκυρές . Ήταν για το πρωί της Πρωτοχρονιάς το ποδιακό- ποδαρικό για να πάει καλά ο χρόνος.:
«Θυμάμαι ότι είχαν ρίξει σε όλο το σπίτι ρόδι για γούρι , αφού το σπάγανε στο κατώφλι. Βλέπανε λοιπόν ποιος θα περάσει πρώτος, να είναι άντρας , ένα έθιμο που και σήμερα κάποιοι παλιοί το έχουνε. Εκείνα τα χρόνια δεν είχαμε τον φόβο για το ποιος θα μπεί στο σπίτι , είμαστε όλοι γνωστοί και αγαπημένοι. Σε εμάς ερχόταν πάντα ένα παιδί και μας έκανε ποδιακό και έπαιρνε τον μπουναμά του, ο Γεράσιμος, που δούλευε σε ένα κουρείο κάτω από το σπίτι μας. Εκείνη την Πρωτοχρονιά όμως του 1953 θυμάμαι ότι δεν ήρθε ο Γεράσιμος να μας κάνει ποδιακό και στενοχώρια τότε η μάννα μου. Πάντα έλεγε ότι ο σεισμός του 53 έγινε επειδή δεν μας έκανε ποδιακό ο Γεράσιμος, λες και ο σεισμός ήτανε μόνο για μας και όχι για όλους. Δεν ξέρω αν ο Γεράσιμος σήμερα υπάρχει, ήταν στον Καναδά χρόνια, να του πω χρόνια πολλά αν είναι εν ζωή και του χρόνου…».
Παλιά υπήρχαν 2 Φιλαρμονικές στο Αργοστόλι, η μία στην πλατεία Καμπάνας και η άλλη στο κτήριο της Φιλαρμονικής Κεφαλληνίας όπου στεγάζεται μέχρι σήμερα, και οι οποίες ανήμερα της Πρωτοχρονιάς, παιάνιζαν στις γειτονιές και ο κόσμος τους έδινε το πρεβεράντζιο τους- μποναμά τους. Αυτό συνεχίζεται έως σήμερα.
«Εκοίταξα τον ουρανό και είδα σταυρό στην μέση κι απ όλα τα ονόματα Γεράσιμος μ αρέσει -και πάλι ματακοίταξα και είδα δυό στεφάνια και με το καλονύχτισμα καλά σας Θεοφάνεια…».
Στην Κεφαλονιά, η τρίτη μεγάλη γιορτή του δωδεκαημέρου είναι τα Θεοφάνια ή τα Φώτα, που μαζί με την ημέρα του Αγιασμού και του Αϊ-Γιάννη δημιουργούν ένα τριήμερο γιορτής των νερών).
(Ξημερώνοντας η 5η Ιανουαρίου, ημέρα του Αγιασμού, έχει προηγηθεί στις εκκλησίες νυκτερινή ακολουθία. Αφού χαράξει η μέρα, οι παπάδες, φορώντας το πετραχήλι τους, με μία καλλιτεχνική αγιαστήρα γυρίζουν στα σπίτια και τα μαγαζιά της ενορίας τους ψάλλοντας το “Εν Ιορδάνη…”. Για βοηθό τους έχουν ένα παιδί που κρατά ένα δοχείο, μέσα στο οποίο υπάρχει ο αγιασμός και έχουν και ένα σικλάκι όπου ρίχνουν μέσα νόμισμα. Οι ενορίτες θα δώσουν στον ιερέα τον μποναμά τους, τη λεγόμενη «μάντσια» του),
Οι λαϊκές δοξασίες σήμερα μας λένε πως οι καλικάντζαροι ζουν κάτω από τη γη και όλο το χρόνο προσπαθούν να κόψουν τον κορμό του δέντρου που κρατάει τη γη στη θέση της. Λίγο πριν τα καταφέρουν έρχονται τα Χριστούγεννα, οπότε παρατούν το κόψιμο και ανεβαίνουν στον κόσμο των ανθρώπων, για να πειράζουν όποιον βρουν μπροστά τους.
Όταν όμως έλθουν τα Θεοφάνια «Φεύγετε να φεύγομε τι έρχεται ο τρελόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του» και επιστρέφουν πάλι πίσω τότε βλέπουν το δέντρο της γης ακέραιο και τότε ξεκινούν και πάλι το πριόνισμα .(Η φράση "έρχεται ο παπάς με την αγιαστούρα του" είναι μια παραδοσιακή ελληνική έκφραση που περιγράφει την επίσκεψη του ιερέα κατά τις ημέρες των Θεοφανείων (Δωδεκαημέρου) για να ευλογήσει τα σπίτια με αγιασμό, σηματοδοτώντας την καθαριότητα και την καλή χρονιά, και συνδέεται στενά με τη λαϊκή παράδοση και τα έθιμα για την αποτροπή των καλικαντζάρων .
Την ημέρα του αγιασμού φτιάχνανε επίσης τηγανίτες, τα λεγόμενα τηγανόψωμα στην Κεφαλονιά, με ζυμάρι και νερό και βάζανε κουταλιές κουταλιές στο τηγάνι και τα προσφέρανε με ζάχαρη και κανέλα κι αν είχε κάποιος μέλι , βάζανε και μέλι η τριμμένο καρύδι η αμύγδαλο, ότι είχε η νοικοκυρά.
Στις 6 Ιανουαρίου των φώτων, προτιμούσανε τον κόκορα η το αρνί η το κατσίκι στον φούρνο. Το ψωμί για το μεσημεριανό τραπέζι ήτανε το ίδιο όπως το χριστόψωμο και η αγιοβασιλίτσα, μόνο που την λέγανε φωτίτσα. Σαλάτα ήτανε το μαρούλι με το φρέσκο κρεμμυδάκι και ότι άλλο ήθελε να φτιάξει η νοικοκυρά.
( Τα κάλαντα « κάτω στον Ιορδάνη…» τα λέγανε και όταν βγαίνανε οι καλλίφωνοι με τα ακορντεόν και τις κιθάρες , λέγανε και πάλι το «με τρία γράμματα χρυσά γράφεται τα όνομα σου αγαπητέ Γεράσιμε»)-
Όταν φτάνανε στου Δεσπότη το σπίτι στην Επισκοπή χαράματα, λέγανε «σήκω πανιερότατε να πας στην εκκλησία, γιατί σε θέλει ο λαός να ακούσει λειτουργία. Αυτά συνηθίζονταν εκείνα τα χρόνια,
Η κ Νιόβη τις μνήμες και τα διδάγματα της ,τα έχει περάσει σε κόρες και εγγονές και το ίδιο εύχεται να κάνουν όλοι οι γονείς.
Ευχήθηκε κλείνοντας σε όλο τον κόσμο να είναι χαρούμενος, υγιής και καλή αποκοπή.
Ακολουθεί το ηχητικό της συνέντευξης.
{https://soundcloud.com/user-46829938/inkefalonia-89-2-niovi-9}


















