Αίτηση ακύρωσης για τη μετάβαση της Μαρίνας Αργοστολίου κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ

Δημοσιεύτηκε: Τετάρτη, 31 Οκτωβρίου 2012 12:06

Αίτηση ακύρωσης για τη μετάβαση της Μαρίνας Αργοστολίου κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ

Η βουλευτής Κεφαλονιάς-Ιθάκης Αφροδίτη Θεοπεφτάτου, ο περιφερειακός σύμβουλος Θεόδωρος Γαλιατσάτος και ο Παναγής Δρακουλόγκωνας εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ Κεφαλονιάς-Ιθάκης ζητούν μέσω παρέμβασης στο Συμβούλιο της Επικρατείας να παραμείνει ο δημόσιος χαρακτήρας της μαρίνας του Αργοστολίου, καταθέτοντας αίτηση ακύρωσης της μετάβασης. Πιο αναλυτικά

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ

Των

1) Αφροδίτης Θεοπεφτάτου του Χρήστου, κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, οδός Ιωάννη Φωκά αρ. 10, βουλευτού Κεφαλληνίας.

2) Θεόδωρου Γαλιατσάτου του Αποστόλου, πολιτικού μηχανικού, κατοίκου Αργοστολίου Κεφαλληνίας, οδός Σταύρου Μεταξά αρ.8, περιφερειακού συμβούλου Π.Ι.Ν.

3) Παναγή Δρακουλόγκωνα του Βασιλείου, δικηγόρου, κατοίκου Σάμης Κεφαλληνίας, οδός Πριάμου αρ. 10.

ΚΑΤΑ

Της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, εδρεύουσας στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένης.
Του κ. Υπουργού Οικονομικών, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.
Του κ. Υπουργού Εσωτερικών, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.
Του κ. Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.
Του κ. Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.
Του κ. Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.
Του κ. Υπουργού Τουρισμού, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.
Του κ. Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου.

Για την ακύρωση

1. Της υπ' αρ. 218/13-8-2012 (ΦΕΚ Β' 2322/13-08-2012) Κοινής Υπουργικής Απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων περί μεταφοράς στην εταιρεία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου κατά τις διατάξεις του ν. 3986/2011.
2. Κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης, προγενέστερης ή μεταγενέστερης.

Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Με την προσβαλλόμενη απόφαση μεταβιβάζεται και περιέρχεται χωρίς αντάλλαγμα στην Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» (Ταμείο) το δικαίωμα παραχώρησης σε τρίτους, μέσω συμβάσεων παραχώρησης, κάθε δικαιώματος χρήσης, διοίκησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης επί των κινητών και ακινήτων εντός της χερσαίας ή/και της θαλάσσιας ζώνης του Τουριστικού Λιμένα Αργοστολίου, όπως αυτός χωροθετήθηκε με το άρθρο 30 παρ. 5 περίπτωση ιε' Ν. 2160/ 1993 (ΦΕΚ Α'-118/1993) σε συνδυασμό με το Παράρτημα 2 άρθρου 41 του νόμου αυτού και το συνημμένο σε αυτό και δημοσιευμένο διάγραμμα και γενικώς κάθε είδους περιουσιακής φύσης δικαιωμάτων, κεκτημένων οικονομικών συμφερόντων, άυλων δικαιωμάτων και δικαιωμάτων λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης υποδομών του, που ανήκουν στο Δημόσιο, στην «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» (πρώην «Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα Α.Ε.») και σε ΝΠΔΔ, όπως ιδίως στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Λιμενικά Ταμεία και Δημοτικά ή Διαδημοτικά Λιμενικά Ταμεία.
Η παραχώρηση δικαιωμάτων επί των λιμένων αλλά και ειδικότερα του Τουριστικού Λιμένος Αργοστολίου στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε», εταιρεία με κερδοσκοπικό χαρακτήρα χωρίς αντάλλαγμα και με άμεσο και ρητά διαλαμβανόμενο σκοπό την παραχώρηση αυτών σε τρίτους/ιδιώτες, συνιστά λάθρα παραχώρηση της κυριότητας κοινοχρήστων πραγμάτων ενταγμένων στην δημόσια περιουσία του κράτους όπως ο Λιμένας και η Χερσαία Ζώνη του και, πάντως, σε κάθε περίπτωση ανατροπή του σκοπού πραγμάτων ταγμένων σε δημόσιο σκοπό και ακύρωση/ υπονόμευση της δημόσιας κτήσης.
Η ως άνω πράξη της Διυπουργικής Επιτροπή Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, εκδόθηκε κατά παράβαση πλέγματος διατάξεων του Συντάγματος και της κείμενης νομοθεσίας.

ΙΙ. ΠΡΟΔΙΑΘΕΣΗ ΓΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Η προσβαλλόμενη πράξη καθώς και οι εξουσιοδοτικές διατάξεις νόμου αυτής ( κατά κύριο λόγο οι διατάξεις άρθρου 48 παρ. 1 ν. 3871/2010 για τις αρμοδιότητες της Διυπουργικής Επιτροπής και άρθρου 1 παρ.1 και 2 παρ. 4β) ν. 3986/2011 για την μεταβίβαση των ως άνω δικαιωμάτων στο ΤΑ.Ι.Π.Ε.Δ. Α.Ε. ) αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα συνταγματικότητας και κυρίως εν όψει :

Α) της παραβίασης της διάταξης άρθρου 43 παρ. 2, εδ. β' Σ περί νομοθετικής εξουσιοδότησης, δεδομένου ότι η εξουσιοδότηση 1) δίδεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο και χωρίς έστω γενικό προσδιορισμό εκ του νόμου του αντικειμένου της ρύθμισης και 2) παρέχεται σε άλλα όργανα πέραν του Προέδρου της Δημοκρατίας χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της συνταγματικής διάταξης του 43 παρ. 2 εδ. β' , αφού δεν ρυθμίζονται ειδικά θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.

Β) της παραβίασης της διάταξης άρθρου 106 παρ. 3 Σ ( όπως εξειδικεύθηκε και με την διάταξη άρθρου 8 ν. 3049/2002), δεδομένου ότι οι λιμένες της χώρας έχουν στρατηγική σημασία για την εθνική οικονομία, την εθνική άμυνα και ασφάλεια, τις μεταφορές και επικοινωνίες, έχουν στρατηγική σημασία και, άρα, απαγορεύεται η κατ' ουσίαν πλήρης ιδιωτικοποίησή τους χωρίς αναγκαστική συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου.

Γ) της παραβίασης πλέγματος συνταγματικών διατάξεων, οι οποίες προστατεύουν την δημόσια περιουσία του κράτους και ιδιαίτερα τα κοινόχρηστα πράγματα (όπως ο Λιμένας Αργοστολίου) και απαγορεύουν κατά κανόνα την μεταβίβαση της κυριότητας αυτών αλλά και την ανατροπή του δημόσιου σκοπού και προορισμού τους, όπως ειδικότερα οι διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 25 παρ. 1 εδ.α', 1 παρ. 2 Σ περί της λαϊκής κυριαρχίας κ.α.

Δ) της παραβίασης της προστασίας του περιβάλλοντος και της αρχής της βιωσιμότητας κατά την διάταξη άρθρου 24 παρ. 1 Σ.

III. ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
Ως προς την προσβολή της άνω πράξεως έχουμε έννομο συμφέρον δεδομένου ότι είμαστε κάτοικοι των όμορων της επίδικης έκτασης περιοχών καθώς και της ευρύτερης περιοχής και χρήστες του Τουριστικού Λιμένος Αργοστολίου, η δε πρώτη από εμάς εκτός από κάτοικος Κεφαλληνίας είναι και η αποκλειστική βουλευτής της Κεφαλληνίας.
Διακυβεύεται δε κατά τρόπο άμεσο εκ της εφαρμογής της προσβαλλομένης και όσον αφορά την επίδικη έκταση η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, των οικοσυστημάτων των ακτών, του τοπίου και των αρχαιοτήτων καθώς και η ποιότητα της ζωής μας λόγω της υπέρμετρης δόμησης και της εντατικής οικιστικής ανάπτυξης της εν λόγω έκτασης. Συνεπώς νομίμως ασκούμε το συνταγματικό δικαίωμα μας στο περιβάλλον. Διακυβεύεται ακόμη η ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών και η απόλαυση των κοινοχρήστων πραγμάτων (όπως η αποτελεσματική μεταφορά ανθρώπων και πραγμάτων, η σύνδεση των αστικών κέντρων, η αποτελεσματική υπηρέτηση της τοπικής οικονομίας, η κάλυψη των αναγκών και δικαιωμάτων στην εθνική ασφάλεια κλπ) λόγω της τελικής παραχώρησής τους σε ιδιώτες ή πάντως της ανατροπής του δημόσιου σκοπού και προορισμού τους και ακύρωσης/ υπονόμευσης της δημόσιας κτήσης. Επιπλέον ως Έλληνες πολίτες νομιμοποιούμαστε στην άσκηση της παρούσας αίτησης καθώς η προσβαλλόμενη βλάπτει το δημόσιο συμφέρον και αντίκειται στην έννοια της λαϊκής κυριαρχίας, η οποία δεν μπορεί να ασκηθεί ικανοποιητικώς ή και καθόλου σε συνθήκες ανατροπής ή και ριζικής αποδυνάμωσης της δημόσιας κτήσης.

IV. ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΩΣΗΣ
1. Λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου (παραβίαση του άρθρου 29 Α του ν. 1558/1985)
Κατά το άρθρο 29 Α του ν. 1558/1985, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, έχει προβλεφθεί ως ουσιώδης τύπος για κάθε κανονιστική πράξη η αναγραφή στο προοίμιό της του μεγέθους της δαπάνης που η θέσπισή της συνεπάγεται, επί ποινή ακυρότητας της, εκτός εάν προδήλως δεν συνεπάγεται η εν λόγω πράξη οικονομική επιβάρυνση (βλ. σχετικά ΣτΕ (Ολομέλεια) 3217-8/2003, πρβλ. ΣτΕ 1770/2011, 216/2011).
Στο προοίμιο της παρούσας προβλέπεται ότι από την έκδοσή της δεν προκύπτει δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού. Όμως, με το άρθρο 23 παρ.2 Ν.3965/2011 προβλέφθηκε ότι τα έσοδα από την αποκρατικοποίηση και αξιοποίηση των λιμένων προορίζονται αποκλειστικά για τη μείωση του δημόσιου χρέους. Συνεπώς, δεδομένου ότι το Δημόσιο θα στερηθεί πλήρως τα έσοδα που απεκόμιζε από την εκμετάλλευση των λιμένων προκύπτει απώλεια εσόδων, άρα δαπάνη για τον κρατικό προϋπολογισμό και η προσβαλλόμενη, κρίνοντας διαφορετικά, κατέστη ακυρωτέα.
Η αποξένωση του Δημοσίου από επιχειρήσεις και ακίνητα, που αποτελούν τα φιλέτα της εθνικής οικονομίας και εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, θα μειώσει δραματικά για πάντα τα δημόσια έσοδα, ενώ η μεταβίβαση δικαιωμάτων επί αυτών από μια κερδοσκοπική εταιρεία σε ιδιώτες σε συνθήκες κρίσης και με πτώση της αξίας του ανταλλάγματος θα συμβάλει αρνητικά στη μείωση του δημόσιου χρέους. Φαίνεται, λοιπόν, ότι δεν υπηρετείται ούτε καν το ταμειακό συμφέρον του κράτους αποτελεσματικά.

2. Λόγω αντίθεσης της προσβαλλομένης και των εξουσιοδοτικών αυτής διατάξεων (48 παρ. 1 ν. 3871/2010 και 1 παρ 1, 2 παρ. 4 β) ν. 3986/2011) στο άρθρο 106 παρ. 3 του Συντάγματος και του άρθρου 8 του ν. 3049/2002 και σε κάθε περίπτωση της παραβίασης ουσιώδους τύπου λόγω της μη προγενέστερης έκδοσης της ΚΥΑ άρθρου 8 ν. 3049/ 2002.

Το άρθρο 106 παρ. 3 του Συντάγματος προβλέπει «την αναγκαστική συμμετοχή (...) του Κράτους (...σε) επιχειρήσεις (... που) έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου ή ζωτική σημασία για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο σκοπό την παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.»
Σε εκτέλεση της συνταγματικής αυτής ρύθμισης, το άρθρο 8 Ν. 3049/2002 (ΦΕΚ Α΄ 212/10.9.2002) Αποκρατικοποίηση επιχειρήσεων του Δημοσίου και άλλες διατάξεις προβλέπει σχετικά τα εξής :

Άρθρο 8
Επιχειρήσεις δημοσίου συμφέροντος και κοινής ωφέλειας - Ειδική Μετοχή
1.Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου υπουργού: α) καθορίζονται οι αποκρατικοποιούμενες επιχειρήσεις του Δημοσίου που παρέχουν υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος και κοινής ωφέλειας, που συνδέονται με την άμυνα και ασφάλεια της χώρας, τη δημόσια υγεία, την ενέργεια, τις μεταφορές και επικοινωνίες, τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών, την εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, για τις οποίες απαιτείται η συναίνεση του Δημοσίου στη λήψη ορισμένων στρατηγικής σημασίας αποφάσεων,
β) περιγράφεται το προστατευόμενο κάθε φορά αγαθό και εξειδικεύονται οι στρατηγικής σημασίας αποφάσεις για τις οποίες απαιτείται η συναίνεση του Δημοσίου,
γ) καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα παρέχεται η συναίνεση του Δημοσίου. Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται με κριτήρια σαφή και αντικειμενικά, ικανά να επιτύχουν τον επιδιωκόμενο σκοπό, τα οποία δεν θα υπερβαίνουν το προσήκον μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος και θα εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις.
Εμείς θεωρούμε ότι ως προς τους λιμένες της χώρας, λόγω της στρατηγικής σημασίας τους για την εθνική οικονομία, την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας, τις μεταφορές και επικοινωνίες, δεν είναι δυνατό να μεταβιβασθούν δικαιώματα διαχείρισης, διοίκησης , εκμετάλλευσης κλπ χωρίς να προβλέπεται η συμμετοχή του κράτους στους τελικούς αποδέκτες/ιδιωτικές εταιρείες εκμετάλλευσης ή πάντως η συναίνεσή του σε κρίσιμες αποφάσεις για την εκμετάλλευση των λιμένων και των πραγμάτων αυτών , σύμφωνα με την ανωτέρω συνταγματική επιταγή. Σε κάθε περίπτωση, η μη έκδοση της προβλεπομένης κατά τα ανωτέρω ΚΥΑ πριν από την ιδιωτικοποίησή τους συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου, που άγει στην ακύρωση της προσβαλλομένης.

3. Λόγω αντίθεσης της προσβαλλομένης και των εξουσιοδοτικών αυτής διατάξεων στο άρθρο 43 παρ. 2, εδ.β' του Συντάγματος (αντισυνταγματική εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικής πράξης αντί κανονιστικού προεδρικού διατάγματος)

Στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα (ν. 3985/ 2011) υπάρχει μια αόριστη πρόβλεψη για την αποκρατικοποίηση λιμένων και τουριστικών λιμένων που δεν έχουν τη μορφή Α.Ε. Ακόμα και αν υπάρχουν προβλέψεις στα προγράμματα των μνημονίων και του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για την ιδιωτικοποίηση των λιμένων ή την μεταβίβαση δικαιωμάτων επί αυτών, όμως οι προβλέψεις αυτές έχουν χαρακτήρα απλώς πολιτικού προγράμματος και δεν έχουν νομικές συνέπειες. Αυτό κρίθηκε με την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας 668/2012 επί του πρώτου μνημονίου, ως εξής (επί λέξει): «το Μνημόνιο δεν αναγνωρίζει αρμοδιότητες σε όργανα διεθνών οργανισμών ούτε θεσπίζει άλλους κανόνες δικαίου και δεν έχει άμεση εφαρμογή, αλλά, για να πραγματοποιηθούν οι εξαγγελλόμενες με αυτό πολιτικές, πρέπει να εκδοθούν σχετικές πράξεις από τα αρμόδια, κατά το Σύνταγμα, όργανα του Ελληνικού Κράτους (νόμοι ή κανονιστικές διοικητικές πράξεις κατ' εξουσιοδότηση νόμου».
Με το άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 3871/2010, όπως ισχύει, προβλέφθηκαν τα εξής :
1. Η Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων (Δ.Ε.Α.) δύναται να αποφασίζει την αξιοποίηση, συμπεριλαμβανομένης και της μεταβίβασης, περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, εφαρμοζομένων αναλογικά των διατάξεων του ν. 3049/2002.
Περαιτέρω, με το ν 3986/2011 προβλέφθηκε ότι στο υπό κρίση Ταμείο μεταβιβάζονται και περιέρχονται, χωρίς Αντάλλαγμα: β) Περιουσιακής φύσεως δικαιώματα, δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης, κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, άυλα δικαιώματα και δικαιώματα λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης υποδομών που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012 - 2015 του άρθρου 6Α του ν. 2362/1995 (Α' 247) (προφανώς σε συνδυασμό με τον ν.3985/2011-Μεσοπρόθεσμο και τον πίνακα σε αυτόν)
Επομένως, η δοθείσα γενική και αόριστη εξουσιοδότηση βάσει των άνω διατάξεων στην κανονιστικώς δρώσα διοίκηση να ρυθμίσει όπως η ίδια κρίνει χωρίς κανένα, έστω και γενικό, προσδιορισμό ή περιορισμό του αντικειμένου της ρύθμισης από κάποιο κανόνα δικαίου στο κείμενο του νόμου, δεν κείται απλώς πολύ πέραν του επιτρεπομένου πεδίου μιας νομοθετικής εξουσιοδότησης, αλλά ουσιαστικά συνιστά πρόσκληση στην διοίκηση να νομοθετήσει πρωτογενώς. Η απλή αναφορά σε «ακίνητα 1», «ακίνητα 2», «λιμένες» κλπ χωρίς να προσδιορίζεται η ειδικότερη κατηγορία και κυρίως χωρίς να προσδιορίζεται αν ανήκουν στην δημόσια ή ιδιωτική περιουσία το κράτους είναι απολύτως αόριστη.
Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε από την διοίκηση κατά νόσφιση νομοθετικής εξουσίας σε αντίθεση με τα άρθρα 26 και 43 παρ. 2 του Συντάγματος και πρέπει, για το λόγο αυτό, να ακυρωθεί.
Περαιτέρω, η νομοθετική εξουσιοδότηση βάσει της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη είναι, σε κάθε περίπτωση, αντίθετη με τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. β του Συντάγματος, με την οποία παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητά του προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία, κατ' αρχήν προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Στο εδάφιο β' της παρ. 2 του άρθρου 43 του Συντάγματος προβλέπονται οι όροι υπό τους οποίους και άλλα όργανα της διοίκησης, πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, μπορούν να εκδίδουν κατ' εξουσιοδότηση κανονιστικές πράξεις και τα όρια εντός των οποίων μπορεί να ασκείται η εξουσία αυτή, ως εξής: «...Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικά θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό..».
Συνεπώς, με τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος μόνον κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται να ορισθούν ως φορείς της κατ΄ εξουσιοδότηση ασκούμενης νομοθετικής αρμοδιότητος και άλλα πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοικήσεως εφόσον πρόκειται για ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό (βλ. ΣτΕ 1892/ 2010 Ολομέλεια, 3973/2009 Ολομ). Ως «ειδικότερα» θέματα, για τη ρύθμιση των οποίων επιτρέπεται η νομοθετική εξουσιοδότηση σε άλλα πλην του Προέδρου της Δημοκρατίας όργανα της Διοικήσεως, νοούνται μερικότερες περιπτώσεις θεμάτων που ρυθμίζονται ήδη στον νόμο σε γενικό έστω, αλλά πάντως ορισμένο πλαίσιο (βλ. ΣτΕ Ολομ 1692/2010, Ολομ. 125/2009, Ολομ. 4025/1998), πράγμα που δεν συμβαίνει με την προσβαλλόμενη.
Από τη φύση των ρυθμιζόμενων με την προσβαλλόμενη θεμάτων είναι πρόδηλο ότι δεν πρόκειται περί θεμάτων με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Θα πρέπει εν προκειμένω να εξεταστεί εάν η νομοθετική εξουσιοδότηση βάσει της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη παρέχει τη δυνατότητα στη διοίκηση να ρυθμίσει ειδικά θέματα σε σχέση με τις διατάξεις που εισάγει ο νόμος, εντός του πλαισίου της εν λόγω συνταγματικής διάταξης.
Συνεπώς, ακόμη και εάν θεωρηθεί ότι είναι ανεκτή η παροχή νομοθετικής εξουσιοδότησης, , και πάλι αυτή θα έπρεπε να δοθεί προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όχι προς την (λοιπή) κανονιστικά δρώσα διοίκηση, και, επομένως, η προσβαλλομένη πρέπει να ακυρωθεί.

4. Τα κοινόχρηστα πράγματα ως ανήκοντα στην δημόσια περιουσία του κράτους είναι αναπαλλοτρίωτα, αμεταβίβαστα, ακατάσχετα και εκτός συναλλαγής. Ο δημόσιος σκοπός τους δεν είναι δυνατόν να μεταβληθεί, ανατραπεί ή πάντως καταστεί δευτερεύων και ανενεργός.

Ο Τουριστικός Λιμένας Αργοστολίου και η Χερσαία Ζώνη του καθώς και τα ακίνητα και κινητά πράγματα που υπάγονται κατά λειτουργία σε αυτές υπάγονται στη δημόσια περιουσία του κράτους ως κοινόχρηστα. Παρά τα όσα αντισυνταγματικώς ορίζονται στον ν. 3985/ 2011 (Μεσοπρόθεσμο), οι λιμένες, τα αεροδρόμια, οι σιδηρόδρομοι, οι τηλεπικοινωνίες, οι συχνότητες κ.α. αποτελούν νευραλγικούς άξονες της λειτουργίας του κράτους ως δημόσιας εξουσίας και αυτό απορρέει α) από την αυξημένη και γενική κοινωνική τους ωφελιμότητα –στην περίπτωση των λιμένων την γενική εξυπηρέτηση των θαλασσίων μεταφορών και της θαλάσσιας διακίνησης ανθρώπων και εμπορευμάτων, την σύνδεση περιοχών του κράτους, την αποτελεσματική υπηρέτηση της τοπικής οικονομίας κ.α. β) από την εξυπηρέτηση από αυτά αμιγώς δημοσίων αναγκών όπως η εθνική άμυνα και η εθνική ασφάλεια αλλά ενδεχομένως και την συμβολή τους σε περιπτώσεις αποτροπής επισιτιστικών, ανθρωπιστικών κρίσεων κλπ. Επίσης, τα περισσότερα από τα ανωτέρω δημόσια πράγματα (ή ορθότερα πλέγματα δημοσίων πραγμάτων) είναι κοινόχρηστα με την έννοια της πρόσβασης σε αυτά και απόλαυσής τους από όλους τους πολίτες, της άμεσης διάθεσής τους στο κοινό. Το δικαίωμα παραχώρησης δικαιωμάτων επί αυτών μεταβιβάζεται στο ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο αποτελεί ανώνυμη εταιρεία και λειτούργει με αυστηρώς ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.

Κοινόχρηστα ή κοινής χρήσης είναι τα πράγματα τα οποία το δίκαιο θέτει στην άμεση διάθεση του κοινού γενικά για χρήση σύμφωνα με τον προορισμό τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 967 ΑΚ, ως πράγματα κοινής χρήσεως αναφέρονται «ιδία τα ελευθέρως και αενάως ρέοντα ύδατα, οι οδοί και οι πλατείες, ο αιγιαλός, οι λιμένες και οι όρμοι, οι όχθες πλευσίμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους»
Όλα τα άνω που ενδεικτικά απαριθμούνται καθώς και τα λοιπά κοινόχρηστα και γενικότερα δημόσια πράγματα (μεταξύ των οποίων και οι λιμένες) συνιστούν και συγκροτούν το εθνικό κεφάλαιο της χώρας, επί του οποίου ασκείται η κυριαρχική εξουσία του Κράτους. Επίσης, κατά την διάταξη άρθρου 966 ΑΚ , τα δημόσια πράγματα τίθενται εκτός συναλλαγής. Σύμφωνα δε με το άρθρο 174 ΑΚ «Απαγορεύεται η μεταβίβαση πράγματος εκτός συναλλαγής. Κατά συνέπεια σχετική δικαιοπραξία μεταβιβάσεως είναι από την αρχή άκυρη». Επίσης, και η παλαιότερη νομολογία έχει δεχθεί ότι τα πράγματα εκτός συναλλαγής (όπως είναι τα δημόσια πράγματα και ιδιαίτερα τα κοινόχρηστα ) κατά την έννοια άρθρων 174, 966 και 967 Α.Κ. είναι αναπαλλοτρίωτα, ακατάσχετα και αμεταβίβαστα (ΣτΕ 2286/ 1965). Η δε πάγια πρακτική μέχρι σήμερα απέκλειε όχι μόνο την μεταβίβαση αλλά και την κατάσχεση των δημοσίων πραγμάτων , χωρίς κανείς να αμφισβητεί ότι αυτά ήταν ακατάσχετα.
Η απαγόρευση μεταβίβασης της κυριότητας των δημοσίων πραγμάτων σε ιδιώτες -και ιδιαίτερα και των κοινοχρήστων, όπως εν προκειμένω- πρέπει να θεωρηθεί , παρά την σχετικά κρατούσα θεωρία, απόλυτη, διότι αποτελεί βασική εγγύηση της μόνιμης και συστηματικής υπηρέτησης δημοσίων σκοπών, της άμεσης ή έμμεσης εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και της συγκρότησης ενός σκληρού και αναλλοίωτου πυρήνα δημοσίων πραγμάτων, τα οποία εξυπηρετούν μονιμότερα την άσκηση δημόσιας εξουσίας στα πλαίσια της λαϊκής κυριαρχίας καθώς και της εθνικής κυριαρχίας. Η αποσύνδεση της υπηρέτησης δημοσίου σκοπού και της ρυθμιστικής εξουσίας επί του δημοσίου πράγματος από το ιδιοκτησιακό καθεστώς αυτού- και μάλιστα η συστηματική και γενικευμένη σήμερα υπό την επήρεια ατομικιστικών και ακραία αγοραίων και οικονομικά φιλελεύθερων αντιλήψεων- ενέχει τον άμεσο κίνδυνο να αναπτυχθεί μια γενικευμένη τάση αποσύνδεσης των δημοσίων πραγμάτων από την υπηρέτηση δημοσίων σκοπών, την κοινωνική ωφελιμότητα και τελικώς την ίδια την ενάσκηση δημοκρατικής δημόσιας εξουσίας με την μετάπτωση σε μαζική κλίμακα των δημοσίων πραγμάτων στην ιδιωτική περιουσία του κράτους χάριν της άντλησης χρηματικού οφέλους και της εξυπηρέτησης στενά του ταμειακού συμφέροντος του κράτους, το οποίο δεν ταυτίζεται με το γενικότερο δημόσιο συμφέρον. Η απόλυτη απαγόρευση της παραπάνω αποσύνδεσης και η προστασία των δημοσίων πραγμάτων , αν και ενισχύεται από το γράμμα των διατάξεων άρθρων 174, 966 και 967 ΑΚ , οι οποίες κηρύσσουν τα δημόσια πράγματα ως εκτός συναλλαγής, δεν θεμελιώνεται πάντως κυρίως στον Αστικό Κώδικα ούτε και στο άρθρο 17 Σ. Θεμελιώνεται στην ίδια την φύση των δημοσίων πραγμάτων –και ιδίως των κοινοχρήστων όπως στην παρούσα υπόθεση- ως υπηρετικών της συγκρότησης και ενάσκησης της δημόσιας εξουσίας, της κυριαρχικής διάστασης του κράτους στα πλαίσια της λαϊκής κυριαρχίας (άρθρο 1 παρ. 2 Σ). Αλλά και η αποδοχή ως συνταγματικά ανεκτής της δυνατότητας σε μαζική κλίμακα αποχαρακτηρισμού των δημοσίων πραγμάτων, επίσης, ενέχει τον σοβαρό και άμεσο κίνδυνο άρσης της δημόσιας κτήσης.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν γινόταν δεκτή η σχετικά κρατούσα άποψη περί κατά εξαίρεση δυνατότητα μεταβίβασης των δημοσίων πραγμάτων σε ιδιώτες/τρίτους (βλ. Π.Δαγτόγλου «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», Αθήνα 1997, σελ. 667 επ.), η επίδικη περίπτωση δεν εμπίπτει σε αυτήν την εξαίρεση, αφού η γενική και αόριστη και σε μαζική κλίμακα εξουσιοδότηση μεταβίβασης δημοσίων πραγμάτων σε ιδιώτες παρακωλύει ή και ματαιώνει την εξυπηρέτηση των δημοσίων σκοπών.

Το ζήτημα της δημόσιας κτήσης έχει ήδη απασχολήσει το Δικαστήριό Σας και την κοινότητα των νομικών και έχει αναπτυχθεί σχετικά ένας πλούσιος προβληματισμός (πρβλ. και την υπόθεση μεταβίβασης έκτασης στην περιοχή «Αλυκές Αναβύσσου» από τον ΕΟΤ στην εταιρεία ΕΤΑ Α.Ε., η οποία συζητήθηκε στην Ολομέλεια τον Ιανουάριο του 2005 και την σχετική εισήγηση της εισηγήτριας συμβούλου).
Η προσβαλλόμενη πράξη υπάγει τον Λιμένα Αργοστολίου, όπως προαναφέρθηκε., στο άρθρο 2 παρ. 4β) ν. 3986/3011, όπου γίνεται αναφορά στην παραχώρηση στο ΤΑΙΠΕΔ του δικαιώματος παραχώρησης «και γενικώς κάθε είδους περιουσιακής φύσης δικαιωμάτων». Η γραμματική διατύπωση του κειμένου επιτρέπει να εννοηθεί ότι εδώ μπορεί να υπαχθεί και η παραχώρηση της εξουσίας διαθέσεως της κυριότητας των πραγμάτων. Όπως γίνεται δεκτό από την θεωρία (Αστικός Κώδικας Γεωργιάδη –Σταθόπουλου, Εμπράγματο Δίκαιο, σελ. 310 επ., 314, άρθρο 1000 Α.Κ.), η εξουσία διαθέσεως μπορεί να αποχωρισθεί κατ' αρχήν από την κυριότητα. Στην περίπτωση αυτήν, παρέχεται στο ΤΑΙΠΕΔ η εξουσία μεταβίβασης δημοσίων πραγμάτων σε ιδιώτες/τρίτους, η οποία όμως είναι συνταγματικά ανεπίτρεπτη, όπως αναπτύχθηκε, λόγω του δημοσίου χαρακτήρα τους και την φύση τους ως πραγμάτων εκτός συναλλαγής. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε η περ. β) του άρθρου 2 παρ. 4 ν. 3986/ 2011 έχει γενικότερο χαρακτήρα και η περ. γ) την εξειδικεύει και διευκρινίζει όσον αφορά την κυριότητα.

Σε κάθε περίπτωση, και αν γίνει δεκτό ότι στην περ. β) δεν υπάγεται η μεταβίβαση κυριότητας αλλά η παραχώρηση μόνο δικαιωμάτων διοίκησης, διαχείρισης, εκμετάλλευσης, χρήσης κλπ, θα πρόκειται κατά βάση για την παραχώρηση σε τρίτους του δικαιώματος κάρπωσης και εκμετάλλευσης του πράγματος (ως όψη της κυριότητας) και όσων δικαιωμάτων εμπραγμάτων ή ενοχικών απορρέουν από αυτό. Αυτά τα δικαιώματα τίθενται σε μια διαδικασία, η οποία θα καταλήξει στην μεταβίβασή τους σε τρίτους ιδιώτες, η οποία ρυθμίζεται στο σύνολό της από την προσβαλλομένη πράξη. Με τις παραπάνω διατάξεις του ν. 3986/ 2011 (σε συνδυασμό με τον ν. 3985/ 2011 –Μεσοπρόθεσμο και τους πίνακες αυτού για τα προς αξιοποίηση πράγματα) καθίσταται προφανές ότι πλέον κύρια λειτουργία ακόμη και πραγμάτων, τα οποία ανήκουν σαφώς στην δημόσια περιουσία του κράτους, είναι η κερδοσκοπική τους εκμετάλλευση είτε υπό την έννοια της κτήσης χρηματικού ανταλλάγματος από το ιδιωτικού δικαίου ΤΑΙΠΕΔ (το οποίο θα τροφοδοτεί το Δημόσιο ως fiscus) και του ταμειακού οφέλους του Δημοσίου (πρβλ. για την σχέση του με το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον και Ι.Μαθιουδάκη «Μετασχηματισμοί του ταμειακού συμφέροντος του Δημοσίου σε περίοδο έντονης οικονομικής κρίσης. Με αφορμή τις πρόσφατες αποφάσεις 693/2011 (μειοψηφία) και 1620/2011(πλειοψηφία)») είτε υπό την έννοια της κτήσης κερδών από τους εκμεταλλευόμενους τα αγαθά ιδιώτες, τελικούς αποδέκτες της παραχώρησης. Όμως, η πρωτεύουσα λειτουργία των δημοσίων πραγμάτων κατά το Σύνταγμα είναι η μόνιμη και συστηματική εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού, άμεσα συνδεόμενου με την ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, και όχι η άντληση κερδών και η ικανοποίηση ταμειακού συμφέροντος του Δημοσίου ή κερδοφορίας των ιδιωτών. Συνεπώς, η εγκαθίδρυση της άντλησης χρηματικού οφέλους ως βασικής λειτουργίας και σκοπού δημοσίων πραγμάτων καταργεί ή αποδυναμώνει καίρια τον δημόσιο σκοπό του πράγματος και το μεταθέτει συνταγματικώς ανεπίτρεπτα από την δημόσια στην ιδιωτική περιουσία του κράτους (fiscus), το θέτει εκτός δημόσιας κτήσης- και μάλιστα α) ενώ το πράγμα δεν έχει καταστεί από την φύση του ακατάλληλο για την υπηρέτηση δημοσίου σκοπού β) κατά τρόπο γενικό αόριστο και σε μαζική κλίμακα σε βάρος του πυρήνα της δημόσιας κτήσης. Ο δημόσιος σκοπός και προορισμός ( συμβολή στην ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, αυξημένη κοινωνική ωφελιμότητα, στην περίπτωση των κοινοχρήστων ελεύθερη πρόσβαση και απόλαυση του πράγματος από όλους) αντιστρέφεται και ακυρώνεται υπέρ ενός βασικά ιδιωτικού σκοπού, αυτού της άντλησης εσόδων και κερδών και όσον αφορά το Δημόσιο της διά των κερδών ενίσχυσης των δημοσίων οικονομικών . Και βεβαίως μέχρι τώρα επιτρεπόταν η άμεση άντληση εσόδων ή και η σε κάποιο βαθμό παραχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης από το Δημόσιο ή νπδδ στο πλαίσιο κοινοχρήστων πραγμάτων-π.χ. η άντληση δασμών και πόρων από τα λιμάνια- αυτή όμως η διάσταση ήταν δευτερεύουσα και δεν ανέτρεπε τον πυρήνα και τον σκοπό της δημόσιας κτήσης. Είναι σχετικά προφανές ότι η εγκατάσταση της άντλησης χρηματικού οφέλους ή κέρδους και της εκμετάλλευσης ως κύριας διάστασης και λειτουργίας του και η διοίκησή του βάσει αυτών των προτεραιοτήτων θα συρρικνώσει τον δημόσιο σκοπό στα στενά πλαίσια της κερδοφορίας, ειδικότερα ως προς τον λιμένα θα επιφέρει αλλαγές στην χρήση του, ταλαιπωρία των ταξιδιωτών, αύξηση του κόστους πρόσβασης και των λιμενικών τελών, διόγκωση της δόμησης σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος, άμεσους κινδύνους για την εθνική ασφάλεια και εθνική άμυνα, πιθανούς περιορισμούς των δρομολογίων κλπ. Εν τέλει, ο δημόσιος σκοπός θα ματαιωθεί.

Μπορεί, βεβαίως, να υποστηριχθεί ότι η άντληση κερδών και η ενίσχυση δια αυτών και των οικονομικών του Δημοσίου είναι στην φάση αυτή εξυπηρετική ενός υπέρτερου δημοσίου σκοπού, της διάσωσης της οικονομίας εν μέσω εθνικής κρίσης και της κάλυψης της έκτακτης ανάγκης. Όμως, η στενή σύνδεση της δημόσιας κτήσης με την άσκηση δημόσιας εξουσίας και τελικά με την ίδια την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας δεν επιτρέπει την κατάργηση μονίμων δημοσίων σκοπών και προορισμών των δημοσίων πραγμάτων εν όψει μιας συγκυριακής και παροδικής κατάστασης, όσο σημαντική και αν είναι αυτή. Δεν είναι δυνατόν το κράτος να απολέσει την δημόσια κτήση του και να παραμείνει «παράλυτο» και ανενεργό για λόγους έστω πολύ σοβαρών αλλά συγκυριακών οικονομικών του αναγκών. Η λογική αυτή κάμπτει ακόμη και την αρχή της βιωσιμότητας του κράτους και της μακροχρόνιας άσκησης των δημοσίων εξουσιών του.

Τέλος, είναι προφανές ότι η παραχώρηση και ιδίως για μεγάλα διαστήματα (ήδη έχει γίνει γνωστό ότι με επικείμενη τροπολογία αυτή θα μπορεί να διαρκέσει έως 99 έτη) ιδίως των δικαιωμάτων διοίκησης, διαχείρισης και χρήσης του δημοσίου πράγματος, δικαιωμάτων άμεσα παραγώγων και υποστηρικτικών της δημόσιας κτήσης, δεν επιτρέπει σε αυτήν να ασκηθεί επαρκώς και ικανοποιητικά και θέτει σε κάθε περίπτωση σε κίνδυνο ή και ακυρώνει την εξυπηρέτηση του σχετικού δημοσίου σκοπού.

Η ιδιαίτερη προστασία της δημόσιας περιουσίας, το βασικά αναπαλλοτρίωτο και ακατάσχετο αυτής αλλά και η απαγόρευση άρσης της φύσης τους και του δημοσίου προορισμού τους, εφ'όσον το πράγμα από την φύση του δεν έχει πάψει να υπηρετεί τον δημόσιο σκοπό, πρέπει να θεωρηθεί ότι προκύπτει ερμηνευτικά από το συνδυασμό των ακόλουθων συνταγματικών ρυθμίσεων και αρχών.

α) Από την αρχή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας κατά τη διάταξη του άρθρου 5 παρ.1 Συντ. αφού η αφαίρεση δημοσίου πράγματος από τη δημόσια περιουσία και η μεταφορά του στην ιδιωτική περιουσία του κράτους με τελικό σκοπό την γενικευμένη παραχώρηση δικαιωμάτων επί αυτού σε ιδιώτες (όπως εν προκειμένω με τον λιμένα) σε συνδυασμό και με τον τρόπο διαχείρισης αυτού από τον ιδιώτη κύριο ή εκμεταλλευόμενο αυτό , είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει στην άρση της δημόσιας χρήσης του και της ελεύθερης πρόσβασης πολιτών σε αυτό και απόλαυσής του (πράγμα εξαιρετικά προφανές στην περίπτωση ιδίως των κοινοχρήστων πραγμάτων) και στη ματαίωση της εξυπηρέτησης των δημοσίων σκοπών, ιδίως μάλιστα όταν αυτοί προσανατολίζονται στην κάλυψη κοινωνικών αναγκών, ιδιαίτερα ουσιωδών για την ανάπτυξη της προσωπικότητας κάθε πολίτη όπως το περιβάλλον και η προστασία του.

β) Από την εισαχθείσα ρητώς με την αναθεώρηση 2001 αρχή του κοινωνικού κράτους κατά το άρθρο 25 παρ,1 εδ. α΄ Συντ. 1975/1985/2001 («αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου»).
Η διάταξη αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως θέτουσα ένα εγγενές όριο στην άσκηση των ιδιοκτησιακών και επιχειρηματικών δικαιωμάτων, κατά τρόπο ώστε η άσκηση αυτών να μην οδηγεί στη ματαίωση των δημοσίων σκοπών και ιδίως εκείνων που τίθενται υπέρ του κοινωνικού συνόλου και της κοινωνικής και συλλογικής απόλαυσης ορισμένων δημοσίων αγαθών και το οικονομικό σύστημα της ελεύθερης αγοράς να μην αίρει την αρχή της δημόσιας κτήσης και της κοινωνικής ωφελιμότητας/ προστασίας.

γ) εν τέλει ,όμως,και από την ίδια την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας ως βάσης του δημοκρατικού πολιτεύματος (άρθρο 1 παρ. 2 Σ.) δεδομένου ότι,όπως βάσιμα υποστηρίζεται, η συγκρότηση της δημόσιας περιουσίας ως ουσιώδους προϋπόθεσης για την εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών και προορισμών δεν εκκινεί από το δικαίωμα στην ιδιοκτησία (άρθρο 17 Σ) αλλά από την ίδια την έννοια της (εσωτερικής) κρατικής κυριαρχίας και της ασκήσεως αυτής.
(πρβλ. και σχετική γνωμοδότηση του επίτιμου Αντιπροέδρου του ΣτΕ Μιχαήλ Δεκλερή, με τίτλο «Η ιδιωτικοποίηση της Δημόσιας Κτήσεως»)
Επομένως η προσβαλλόμενη πράξη αντιτίθεται στις συνταγματικές επιταγές και το βασικά αναπαλλοτρίωτο των δημοσίων κοινοχρήστων πραγμάτων αλλά και την μη άρση του δημοσίου σκοπού και προορισμού τους, η οποία επιτάσσεται από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ.2, 5, παρ.1 και 25 παρ.2 Σ.

5. Η προσβαλλομένη πράξη και οι εξουσιοδοτικοί αυτής νόμου παραβιάζουν το συνταγματικό δικαίωμά μας στο φυσικό περιβάλλον ( άρθρο 24 παρ. 1Σ).

Η προοπτική παραχώρησης σε τρίτους περιουσιακών δικαιωμάτων στον Λιμένα Αργοστολίου θα προκαλέσει την σημαντική επιδείνωση περιβαλλοντικών συνθηκών στην Κεφαλονιά, αφού σε συνδυασμό και με άλλες διατάξεις του ν 3986/ 2011 (περί χρήσεων γης, αλλαγών πολεοδομικών όρων κλπ) θα διευκολυνθεί υπέρμετρα η ενίσχυση της δόμησης στην επίδικη περιοχή και θα αποδυναμωθεί το ήδη υφιστάμενο περιβαλλοντικό κεκτημένο. Επίσης, εδώ πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν και η σχέση της χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης του Λιμένος με τον σχετικό αιγιαλό.

6. Παράβαση από την προσβαλλομένη και τις εξουσιοδοτικές αυτής διατάξεις των συνταγματικών επιταγών των άρθρων 1 παρ. 2, 24 παρ.1 και 25 παρ.2 Σ.
Πάγιοι και θεμελιώδεις σκοποί του Ελληνικού Κράτους ως κράτους δικαίου, όπως αυτοί προκύπτουν από τις οικείες συνταγματικές διατάξεις είναι α) η κυριαρχία (αρ. 1 παρ. 2) , β) η βιωσιμότητα (αρ. 24 παρ. 1) γ) το κοινωνικό κράτος δικαίου (αρ. 25 παρ. 2).
«Το Ελληνικό Κράτος, για να είναι κυρίαρχο, πρέπει να διαθέτει την αναγκαία εδαφική επικράτεια, η οποία κατά την πάγια συνταγματική θεωρία αποτελεί συστατικό στοιχείο αυτού και επί της οποίας ασκεί ανά πάσα στιγμή κυρίαρχη εξουσία. Η επικράτεια αυτή αποτελεί το μόνιμο πυρήνα του κράτους και πρέπει να παραμένει ανέπαφη.»
«Για να είναι βιώσιμο το Ελληνικό Κράτος πρέπει να έχει τον απόλυτο έλεγχο των ουσιωδών στοιχείων του φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου της χώρας, ώστε αυτά να μεταβιβάζονται ακέραια στις επόμενες γενιές.»
«Ο χαρακτήρας του ελληνικού κράτους, ως κοινωνικού κράτους δικαίου, δημιουργεί σε αυτό τη συνταγματική υποχρέωση να εξασφαλίζει σε όλους τους πολίτες την παροχή όλων εκείνων των δημοσίων υπηρεσιών που προσιδιάζουν σε ένα σύγχρονο κράτος και δη κατά τρόπο ασφαλή, συνεχή και φθηνό.»
Είναι προφανές ότι τα ως εκ των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών άρρηκτα συνδεδεμένα με τους σκοπούς της κυριαρχίας και της βιωσιμότητας ακίνητα ή πλέγματα ακινήτων, όπως οι λιμένες, δεν είναι δυνατόν να εξέλθουν της δημόσιας περιουσίας του κράτους ως υποστηρικτικής της κυριαρχικής εξουσίας αυτού.
Με τη παραχώρηση του δικαιώματος παραχώρησης περιουσιακών δικαιωμάτων επί του Λιμένος στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε» με σκοπό περαιτέρω παραχώρηση αυτών σε ιδιώτες, αίρεται η δημόσια ωφέλεια, η οποία αφορά στον κυριαρχικό έλεγχο του κράτους επί των λιμένων της χώρας.
Ταυτόχρονα, η παράκαμψη βασικών προστατευτικών διατάξεων του άρθρου 24 του Σ, με την προστασία των αιγιαλών και των παραλιών, για λόγους ανάπτυξης, παραβιάζει συνολικά το συνταγματικό πλαίσιο.

Επειδή η παρούσα είναι παραδεκτή, νόμιμη και βάσιμη, ασκείται δε εμπρόθεσμα και με πρόδηλο και σαφές έννομο συμφέρον.
Επειδή ως πληρεξούσιους δικηγόρους και αντίκλητους μας ορίζουμε τους Δρακούλη Δρακουλόγκωνα του Βασιλείου, δικηγόρο Πειραιά (ΑΜ ΔΣΠ.............), οδός Κολοκοτρώνη αρ. 98, Πειραιάς, Τ.Κ.18532 τηλ. 2130046508, και Μαρία Αγγελή, δικηγόρο Αθηνών (ΑΜ ΔΣΑ .............), κάτοικο Αθηνών, Λεωφόρος Ιωνίας αρ. 58.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

και για όσους τυχόν νομίμως προκύψουν

ΖΗΤΟΥΜΕ

ΜΕ ΡΗΤΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΠΑΝΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΑΣ

- Να γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση μας καθ' όλα τα αιτήματα αυτής.
- Να ακυρωθεί και εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη πράξη, υπ' αριθμ. 218/13-8-2012 (ΦΕΚ Β' 2322/ 13-08-2012 ) Κοινή Υπουργική Απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων περί μεταφοράς στην εταιρεία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου κατά τις διατάξεις του ν. 3986/2011, καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης, προγενέστερη ή μεταγενέστερη.
- Να καταδικαστούν οι αντίδικοι στη γενική μας δικαστική μας δαπάνη.

Αθήνα, 30-10-2012

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι